Στις μέρες μας, ενώ στους δρόμους καίγονται κάδοι απορριμμάτων και στα κοινοβούλια πυρπολούνται δημοκρατικές κατακτήσεις, το πολιτικώς ορθόν είναι να καταδικάζουμε τη βία.
Ίσως η βία να είναι πάντα βία, αλλά τα κίνητρα για την χρήση της δεν είναι πάντα ηθικώς ισοδύναμα. Δεν είναι ίδια η βία της αυθαιρεσίας και της επίθεσης με αυτήν που προσπαθεί να μας προστατεύσει απ' αυτές. Δεν είναι ίδια η βία που γεννιέται απ' τον ρατσισμό και τις διακρίσεις με αυτήν που γεννιέται από την μάχη εναντίον τους. Δεν είναι ίδια η βία που ασκεί κανείς για να επιβάλλει τα προσωπικά του συμφέροντα με αυτήν που χρησιμοποιείται για την υπεράσπιση του κοινού συμφέροντος. Δεν είναι ίδια η βία που καταδικάζει κάποιον στην έσχατη φτώχεια με αυτήν του απεγνωσμένου αγώνα να ξεφύγει κανείς από εκείνη.
Απ' όλα όμως τα είδη βίας, η χειρότερη είναι αυτή που ασκείται με το γάντι: αυτή που, υπό το πέπλο μιας κάλπικης δημοκρατικής νομιμότητας, ασκείται από την εξουσία προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων,. Αυτή των κυβερνήσεων που, αντί να εγγυώνται το δικαίωμα στην ειρηνική διαμαρτυρία, συστηματικά πνίγουν στα χημικά αυτούς που αγωνίζονται να το ασκήσουν ώστε να μην αισθάνονται συνένοχοι στην αδικία∙ αυτή των «εκπροσώπων» με τα κλειστά αυτιά που δεν τολμούν καν να πλησιάσουν στο παράθυρο του κοινοβουλίου τους για να δουν ότι, εδώ και καιρό, κυβερνούν με γυρισμένη την πλάτη στους πολίτες που βυθίζονται όλο και περισσότερο στην απελπισία∙ η βία των επαναλαμβανόμενων ψεμάτων προς τους πολίτες, απ' τους οποίους στερούν ένα δημοψήφισμα για να αποφαίνονται σχετικά με συμφωνίες που θα τους δεσμεύσουν για πολλά χρόνια και που υπογράφονται εν ονόματί τους από δωσίλογες κυβερνήσεις αμφισβητούμενης δημοκρατικής νομιμοποίησης∙ η βία τού να έχουν αφήσει άστεγους 30.000 ανθρώπους να κοιμούνται σε χαρτόκουτα για ακόμα έναν χειμώνα∙ η βία τού να έχουν ήδη οδηγήσει το 21% του πληθυσμού της χώρας στο κατώφλι της φτώχειας∙ η βία τού να καταδικάζουν μία ολόκληρη γενιά στην ανεργία, στην ξενιτιά ή στην εξαθλίωση του να εργάζονται για 500 ευρώ και να βομβαρδίζονται με φόρους∙ η βία τού να κόβουν την παροχή του ηλεκτρικού ρεύματος σε οικογένειες την ίδια στιγμή που χαραμίζουν πόρους για να επιχορηγούν τις τράπεζες∙ η βία που καθιστά αναγκαίο να υποθηκεύεται κανείς εφόρου ζωής απέναντι στα λόμπυ της χρηματοοικονομικής βιομηχανίας ώστε να γίνει άξιος του θεμελιώδους δικαιώματος στην κατοικία∙ η βία τού να διαλύουν το κοινωνικό και δημοκρατικό Κράτος για να αντισταθμιστεί η ασυνειδησία των πολιτικών και η ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία∙ η βία τού να εκχωρούν τον εθνικό πλούτο και την εθνική κυριαρχία υποτάσσοντας και εκφοβίζοντας τους πραγματικούς τους εντολείς.
Αυτή είναι η βία που πρέπει να καταδικάζουμε, η ατιμώρητη βία που ασκείται με το γάντι, η άσπιλη βία των υποκριτών, που σιωπούν όντας εν πλήρει συνειδήσει συνένοχοι ενός συστήματος που παράγει πλουσιοπάροχα εξαθλίωση, εκμετάλλευση, ανισότητα, αποικιοποίηση, πόλεμο και θάνατο, και που, παρ' όλα αυτά, θορυβημένοι κάνουν μια χειρονομία καταδίκης όταν βλέπουν να εκτοξεύεται καμιά πέτρα ή να καίγεται κάποιος κάδος σκουπιδιών.
Η Βία, με την πρωταρχική και ετυμολογική της σημασία, είναι μία ζωτική δύναμη, μία εσωτερική ορμή∙ η δύναμη που τρέφει μια ιδέα, ένα συλλογισμό, μία πράξη, ένα σώμα, μια πολιτεία, ακόμα και μία αρετή. Η Βία, στην αρχαία Ελλάδα, ήταν θεότητα αρχέγονη, που στις πλαγιές του Ακροκορίνθου μοιραζόταν ιερό με την Ανάγκη∙ "βίαν τε και δίκην συναρμόσας" ο Σόλων σφυρηλάτησε τους νόμους της Δημοκρατίας∙ και ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι, κατά βάθος, η Δικαιοσύνη δεν είναι τίποτ' άλλο παρά μία βία που προσπαθεί να επιβληθεί της αυθαιρεσίας και της ανισότητας, μία βία που πρέπει ν' ασκεί κανείς στον εαυτό του ώστε να δρά σύμφωνα με την αλήθεια και αποδίδοντας στον καθένα αυτό που του αξίζει.
Είναι η χρήση της δύναμης, και όχι η ίδια η δύναμη, αυτό που η ηθική οφείλει να κρίνει. Το να καταδικάζουμε τη βία πάντα θα φαίνεται «πολιτικώς ορθόν»∙ μεγάλη προσοχή όμως στην δημαγωγία.
Άρθρο δημοσιευμένο στο LIFO και στην ισπανική εφημερίδα La Vanguardia
|